Ιδιοδεκτικότητα & κιναισθησία

   H Ιδιοδεκτική Νευρομυϊκή Διευκόλυνση ή PNF (από τα αρχικά των λέξεων Proprioceptive Neuromuscular Facilitation) είναι μέθοδος αξιολόγησης και αποκατάστασης που αφορά κυρίως νευρολογικά και μυοσκελετικά περιστατικά. Πρόκειται για λαβές και εξειδικευμένους χειρισμούς που βασίζονται πάνω στα κινητικά πρότυπα του εγκεφάλου και έχουν σκοπό να προκαλέσουν την απόκριση του νευρομυϊκού μηχανισμού και τον ερεθισμό των ιδιοδεκτικών αισθητικών υποδοχέων. 
   Ο όρος ιδιοδεκτικότητα χρησιμοποιείται για να περιγράψει φυσιολογικές διαδικασίες του ανθρώπου όπως την αντίληψη του σώματος του στο χώρο, την ισορροπία, την κιναισθησία και τα αντανακλαστικά του. Αναλυτικότερα, η ιδιοδεκτικότητα είναι το ερέθισμα που προέρχεται από περιφερικούς υποδοχείς του σώματος και μετατρέπεται σε νευρικό σήμα. Μέσω του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος(ΚΝΣ) διαβιβάζεται για επεξεργασία και μαζί με πληροφορίες από άλλα επίπεδα προκαλλεί κινητικές αντιδράσεις, συμβάλλοντας στην σταθερότητα, τον στασικό έλεγχο και άλλες συνειδητές αισθήσεις. Η αντίληψη της θέσης στο χώρο είναι η ικανότητα του ανθρώπου να αναγνωρίζει συνειδητά τον προσανατολισμό του σώματος του στο χώρο. Η κιναισθησία είναι η συνειδητή επίγνωση της ακριβής θέσης των μελών του σώματος στο χώρο, ο νευρομυϊκός συντονισμός της κίνησης τους και της δύναμης τους. Η ισορροπία είναι ο έλεγχος του σώματος σε μια σταθερή βάση και η ασφαλής μετακίνησή του. Άρα, η ιδιοδεκτικότητα είναι η  ικανότητα του σώματος να αντιλαμβάνεται και να απαντάει συγχρονισμένα στις αλλαγές που συμβαίνουν σε αυτό. Κάποιοι την ιδιοδεκτικότητα την περιγράφουν σαν 6η αίσθηση. Στην πραγματικότητα είναι ο συνδυασμός όλων των προηγούμενων αισθήσεων. Άτομα με υψηλούς δείκτες ιδιοδεκτικότητας και κιναισθησίας γίνονται χορευτές, αθλητές ή και ηθοποιοί.
  Σε καθημερινό επίπεδο, κάποιος με ιδιοδεκτικά ελλείματα είναι συνήθως άτσαλος,  σκοντάφτει συχνά, πατάει τους άλλους και λερώνεται όταν τρώει. Έχει πρόβλημα στην οργάνωση των κινήσεών του και ενδεχομένως να είναι ιδιαίτερα νευρικός. Κάποιος που ασυνείδητα ανησυχεί για το πού βρίσκεται το σώμα του όταν κάθεται σε μια καρέκλα ή για το πώς θα μπορέσει να περπατήσει χωρίς να σκοντάψει δε θα είναι σε θέση να εστιάσει την προσοχή του σε ό,τι του λένε και να συγκεντρωθεί.
  Η μέθοδος PNF μπορεί να εφαρμοστεί σε κάθε περίπτωση δυσλειτουργίας του ιδιοδεκτικού νευρομυϊκού μηχανισμού σε ότι αφορά νευρολογικά, ορθοπεδικά και τραυματιολογικά προβλήματα. Επίσης, είναι εξαιρετικά χρήσιμη στη γυναικολογία,  τη γηριατρική και τη παιδιατρική καθώς και σε κάθε περίπτωση που η θεραπευτική άσκηση αποτελεί επιλογή θεραπείας.    
   Στόχος της PNF είναι να διευκολύνει την κίνηση, να βελτιώσει το εύρος κίνησης των αρθρώσεων, την μυική ισχύ και αντοχή, την ελαστικότητα και να αποκαταστήσει την συνολική κινητική λειτουργικότητα του ατόμου. Οι λαβές που χρησιμοποιούνται απο τον φυσικοθεραπευτή ερεθίζουν τους δερματικούς υποδοχείς και παρέχουν πληροφορίες στον ασθενή για τη σωστή κατεύθυνση της κίνησης. Με τον τρόπο αυτό, ενεργοποιείται μεγάλο μέρος από τους παράγοντες που συμμετέχουν στην δημιουργία της κίνησης. Άλλες φορές, η μέθοδος χρησιμοποιείται για να προκαλέσει αντανάκλαση ενέργειας από ισχυρότερες μυϊκές ομάδες σε ασθενέστερες. 
   Οι PNF είναι ιδιαίτερα απαιτητικές επειδή η εφαρμογή τους μπορεί να συνδυάζει πολλές ακόμα παράλληλες τεχνικές αλλά έχουν πολλά και ιδιαίτερα οφέλη και πλεονεκτήματα. Η χρήση τους δεν αφορά μόνο ασθενείς αλλά και αθλητές με απώτερο σκοπό την μέγιστη απόδοση τους.

2 πολύ διαδεδομένες και χαρακτηριστικές τεχνικές PNF:
1) Σφίξιμο – Χαλάρωση: Η τεχνική αυτή στηρίζεται στο γεγονός πως όταν ένας μυς εκτελέσει μια μέγιστη ισομετρική συστολή, ακολουθεί ένα σύντομο διάστημα χαλάρωσης, προιόν αντανάκλασης που προέρχεται από τη διέγερση των τενόντιων οργάνων golgi. 
Ο φυσικοθεραπευτής διατείνει παθητικά τον βραχυμένο μυ. Στη συνέχεια ζητά απο τον ασθενή να τον συσπάσει ισομετρικά για σύντομο χρονικό διάστημα, ακολουθεί ένα σύντομο διάστημα χαλάρωσης και η διαδικασία αυτή επαναλαμβάνεται σε ένα συγκεκριμένο αριθμό επαναλήψεων. Στο τέλος, ο φυσικοθεραπευτής διατείνει ξανά παθητικά τον μυ, προσπαθώντας αυτή τη φορά το εύρος κίνησης να είναι μεγαλύτερο.
2) Σύσπαση Ανταγωνιστή: Η τεχνική αυτή βασίζεται στο ότι, όταν ένας μυς συσπάται ισοτονικά με μικρή αντίσταση, οι ανταγωνιστές του χαλαρώνουν. 
Ο φυσικοθεραπευτής ζητάει από τον ασθενή να συσπάσει τον ανταγωνιστή του βραχυσμένου μυός, βάζοντας του μικρή αντίσταση. Καθώς συσπάται ο ανταγωνιστής, χαλαρώνει και επιμηκύνεται ο βραχυσμένος μυς.






Πηγές:
Παπαντωνόπουλος Κ. (2004), Η Μέθοδος PNF - Δυναμική προσέγγιση σε δυσλειτουργίες, “Ε” – Ιατρικά.
Σάββας Μαυρομούστακος,Αθανάσιος Αδαμίδης Αθήνα 2008